Η Νάουσα το μεσημέρι της Τετάρτης, έμοιαζε με έρημη πόλη κάτω από ένα καιρικό σκηνικό σπάνιας αγριότητας.
Η θάλασσα ξεχυνόταν με ορμή μέσα στη στεριά στα παραθαλάσσια σημεία της ενώ το περίφημο λιμανάκι μαστιγωνόταν ανελέητα από κύματα και ορμητικά ρεύματα ανέμου ταχύτητας πολλών χιλιομέτρων. Τα στενά σοκάκια του οικισμού της ήταν άδεια από κόσμο και παγωμένα, με μόνη πνοή ζωής το βουητό του αέρα που σφύριζε απειλητικά και αντηχούσε εκκωφαντικά στο ερημωμένο τοπίο.
Η Νάουσα παραδομένη και πάλι στη μανία του Βοριά στην καρδιά του χειμώνα, έμοιαζε μέσα στην ημέρα με ανεμοδαρμένη γόησσα στο έλεος της διαθέσεων του καιρού. Αλλά πάντα γόησσα. Γιατί το σπάνιας γραφικότητας τοπίο της εξακολουθούσε να έχει κάτι το γοητευτικό, ακόμα και μέσα στον άγριο κλοιό της κακοκαιρίας.